Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Η μοναξιά των δύο...






Αξημέρωτα, επιστροφή στο σπίτι.

Πάνε ώρες που σχόλασα μα δεν ήθελα να γυρίσω εδώ... Χρειαζόμουν μια μεγάλη βόλτα για να αποδεχτώ το τέλος μας.


Στο σαλόνι χαμηλός φωτισμός και μουσική... Μισοκαμμένα κερια, το μπουκάλι με το κρασί άδειο, χαρτιά τσαλακωμένα και πεταμένα στο πάτωμα... Αναμνηστικά του χθες...


Οι βαλίτσες φτιαγμένες και αφημένες δίπλα στον καναπέ... Αξεσουάρ του αύριο.


Γύρισα μα είμαι ακόμα έξω... Στη βόλτα μου.


Σε μια βόλτα σαν κι αυτή γνωριστήκαμε... Κάτω από την Ακρόπολη... Θυμάσαι?


Σε μια εποχή που δεν ήμουν για πολλά... Είχα συνηθίσει τη μοναξιά μου και την είχα αγαπήσει... Συγκατοικούσα μαζί της για καιρό, είχα μάθει τα χούγια της κι εκείνη τα δικά μου και περνούσαμε καλά.


Κι έπεσα πάνω σου...


Κι είχες μια αύρα αλλιώτικη... Είχες... Πάθος! 

Κι εγώ είχα μια επιθυμία αμίλητη, που ξαφνικά άκουσε τη φωνή της και της άρεσε τόσο, που μου πήρε τα αυτιά!

Κι εκεί που παρατηρούσα τους περαστικούς, άρχισα να βλέπω παντού, εσένα.

Τα ανέμελα μαλλιά σου που σχημάτιζαν ατίθασες μπούκλες και σου έσπαγαν τα νεύρα...
Τις φακίδες στα μάγουλά σου...
Τα λακάκια που σχηματίζονταν όταν γελούσες...  
Τα χέρια σου...
Χριστέ μου, πόσο τα λάτρεψα τα χέρια σου!
Γιατί με κράταγαν...
Με άγγιζαν...
Με αγκάλιαζαν...         

Αν μπορούσα να διαλέξω Θεό, εγώ θα πίστευα στα χέρια σου!


Θυμάσαι που κάποια στιγμή στο είπα και μου κρατούσες μούτρα όλη μέρα?


-Πως είναι δυνατόν να αγαπάς ένα ζευγάρι χέρια?, με ρώτησες...


Δεν σου απάντησα...


Μόνο ακούμπησα τις παλάμες μου στο πρόσωπό σου... Έκλεισα με τα δάχτυλά μου τα μάτια σου κι ύστερα αγκάλιασα με τις χούφτες μου τα χέρια σου και τα φίλησα... Λίγο πριν ανοίξεις τα μάτια σου, σε έβαλα να αγγίξεις την καρδιά μου... Και δεν με ξαναρώτησες ποτέ!


Δυσκολευτήκαμε πολύ στην αρχή μέχρι να συνηθίσουμε τις διαφορές μας και να γεφυρώσουμε κάποιες από αυτές.Ήμασταν τόσο παράταιροι!


Εγώ μιλούσα πάντα λίγο κι ήθελα το χρόνο μου...

Εσύ έλεγες κάθε σου σκέψη φωναχτά και τα ήθελες όλα-τώρα!
Με τον καιρό έγινα πιο εκφραστική.
Κι εσύ σταμάτησες να τρέχεις τόσο.
Κι ήταν σαν παιχνίδι!

Δεν εκβιάσαμε ποτέ τις αλλαγές.

Ότι άλλαζε προέκυπτε από εσωτερική ανάγκη και επιθυμία κι όχι από το φόβο μη χάσει ο ένας τον άλλο. Ζούσαμε μαζί, αλλά ήμασταν ελεύθεροι. 
Μια προσωπικότητα με τρεις φωνές...
Τη δική σου... Τη δική μου... Τη δική μας...
Με όλα τα λάθη της και με όλα τα καλά της.

Και περνούσαμε ωραία. Ξαπλώναμε το βράδυ μαζί και φώλιαζα στα χέρια σου... 

Και κοιμόμουν αφημένη στη μοναδική τους ασφάλεια.

Δεν ξέρω πότε ακριβώς και γιατί χάσαμε το παιχνίδι.

Θυμάμαι πως κάποιο βράδυ δε γύρισες σπίτι γιατί είχες πολλή δουλειά.
Κι ύστερα ήρθαν κάτι άλλα βράδια που σε πήρε ο ύπνος στον καναπέ γιατί 
"ήμουν πάρα πολύ κουρασμένος μάτια μου κι ούτε που το κατάλαβα".

Κι εγώ -όσο κουρασμένη κι αν ήμουν- στριφογυρνούσα στο άδειο κρεβάτι κι ούτε που έκλεινα μάτι... Γιατί το σώμα μου καταλάβαινε την απουσία σου κάθε βράδυ που έλειπες...

 
Και σιγά-σιγά άρχισε η ψυχή μου να καταλαβαίνει την απουσία σου κάθε που ήσουν εδώ...

Χθες το πρωί σε παρακάλεσα να μην πας πουθενά. 

Ήθελα να μιλήσουμε και να βρούμε μια λύση.

Κι εσύ, ακούμπησες τις παλάμες σου στο πρόσωπό μου...Έκλεισες με τα δάχτυλά σου τα μάτια μου κι ύστερα αγκάλιασες με τις χούφτες σου τα χέρια μου και τα φίλησες... Λίγο πριν ανοίξω τα μάτια μου, με έβαλες να αγγίξω την καρδιά σου... Και σταμάτησα να ψάχνω λύσεις...


Μπαίνω στην κρεβατοκάμαρα... Κάποτε αυτό ήταν το αγαπημένο μου δωμάτιο... Σαν καταφύγιο στο δάσος σε ώρα καταιγίδας... 


Σε βλέπω να κοιμάσαι κι έχω στο πρόσωπό μου τις σταγόνες της βροχής και κάτι άλλες στάλες, αλμυρές που πέφτουν ακατάπαυστα από τα μάτια μου...


Ξαπλώνω δίπλα σου κι ενώ ξέρω πως είναι η τελευταία φορά, έχω ακόμα μια ελπίδα πως κάτι θα αλλάξει... Κάνω να σε αγκαλιάσω και γυρνάς την πλάτη... Και διαλύεται κι αυτή...


Απόψε, το τέλος, δηλώνεται ηρωικά με όλους τους τρόπους...


Με μια αναδρομή...


Με βαλίτσες φτιαγμένες...


Με πλάτες γυρισμένες...


Με χέρια ξερά...


Κουβέρτα και στο σαλόνι... 


Τελευταία πράξη... 


Καναπές, μουσική, στίχοι, εγώ, εσύ κι ένα τραγούδι... Αυλαία... Τέλος! 



* Το τραγούδι "Η Μοναξιά των δύο" πρωτοπαρουσιάστηκε στο event "Tell me a new song" του Μικρού Πολυτεχνείου, στη μουσική σκηνή "Αυλαία", την 1/6/2010, σε στίχους της Τάμμυς Τσέκου, μουσική του Απόστολου Ρίζου και ερμηνεία της Μαρίας Παπαγεωργίου και παραμένει αδισκογράφητο... Ακόμα κι έτσι όμως, αποτελεί διαμάντι αλήθειας και πηγή έμπνευσης...
 
**Το βίντεο τραβήχτηκε από τον "ψηλό" (Χρήστο Καλογριανίτη), κατά τη διάρκεια των παραστάσεων του Απόστολου Ρίζου "Καρέ της Ντάμας", στο plus του Σταυρού του Νότου, με καλεσμένη τη Μαρία Παπαγεωργίου την Πέμπτη 29/11/2012.

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

Μ' αγαπάς... Λίγο?

 

Κάποτε μου είπες πως: "σημασία δεν έχει να βρίσκεσαι στη θάλασσα ή να τη βλέπεις... Σημασία έχει να έχεις την αλμύρα στο στόμα σου... Και να μυρίζεις θάλασσα..."




Ίσως δε γίνω ποτέ ο ιδανικός άνθρωπος… Αυτός που θα ‘θελα… Αυτός που έχεις ανάγκη…

Κι ίσως τελικά να μην κάνουμε μαζί κανένα από τα ταξίδια που ονειρεύτηκες…

Μη μου θυμώνεις… Μη με κοιτάς επικριτικά, να χαρείς… 

Δεν θα αλλάξω... Ξέρω πως είναι λυπηρό, μα είναι αλήθεια…

Θα συνεχίσω να αγαπώ με έναν τρόπο φιλικό κι ερωτευμένο κάθε άνθρωπο που κεντρίζει το ενδιαφέρον μου… Δίχως όρια… Με τα ενδεχόμενα όλα ανοιχτά… Κι ας χάνω παιχνίδια… Κι ας πενθώ ακόμη…

Κι όταν όλα πάνε στραβά θα κλείνομαι πάντα στο σπίτι μου… Και στο τηλέφωνο θα παριστάνω τον ήρωα… Κι ας ξέρω πως ξέρεις… Και θα κάνω πλάκα… Και θα λέω ανόητα αστεία… Και θα παρεξηγούμαι μαζί σου γιατί το παρατράβηξα…

Θα μονολογώ… Και θα λέω συνέχεια για δουλειές… Και θα αλλάζω θέμα… 

Κι ύστερα θα φοβάμαι… Και θα με τρελαίνουν οι ανασφάλειες και θα σε ρωτώ αν 
«μ’άγαπάς λίγο…»… Και μετά θα βάλω τα κλάματα με την απάντησή σου κι ας την ξέρω ήδη…

Δεν θα αλλάξω…

Δεν θα γίνω ποτέ εκφραστική… Ούτε ομιλητική… Και δεν θα τα πάω ποτέ καλά με το τηλέφωνο… Και θα εξακολουθήσω να περνώ τις φάσεις μου μια φορά το μήνα… Ή παραπάνω!
Και θα πληρώνεις πάντα εσύ τα νεύρα μου…
Και θα περνάς κάθε μου κρίση…

Κι εγώ δεν θα αλλάξω…

Θα συνεχίσω να χάνομαι στις σκέψεις μου και να αποσυντονίζομαι… 
Και στις μεγάλες μου σιωπές θα νιώθω την ανάγκη να στα πω όλα… 
Μα τελικά, δεν θα μπορέσω να πω τίποτε και δεν θα καταλάβω ποτέ το γιατί κι ούτε θα μπορέσω να το εξηγήσω…

Και πάντα θα σε ρωτώ: «πόσο σου ‘λειψα?», για να αποφύγω να σου πω:
«χριστέ μου… Πόσο πολύ μου έλειψες?»… 

Κι αντί να σου πω: «πόσο υπερήφανη είμαι για αυτό που είσαι και για αυτό που γίνεσαι», θα σου πω χίλιες φορές: «είσαι πολύ όμορφος απόψε»…

Κι αν καμμιά φορά ξεφύγει ένα «σ’αγαπώ» πνιγμένο, θα ντραπώ τόσο πολύ που στο είπα, που θα το βάλω στα πόδια… Μα θα ‘ναι άνοιξη για μένα η στιγμή… Κι ας ντράπηκε…

Όχι… Δυστυχώς δεν θα αλλάξω…

Κι αν η ανάγκη μου δεν έγραφε ετούτες τις λέξεις σε κάτι σκισμένα χαρτιά, κάτι απεγνωσμένα χαράματα, ούτε αυτά θα σου έλεγα… 

Και να σου πω άλλη μια αλήθεια? Μέχρι κι εγώ ξαφνιάζομαι με αυτά που διαβάζω…

Κι είναι τόσα κι άλλα τόσα… Σκέψεις που κινούνται πολύ γρήγορα στο μυαλό μου και δεν τις ακούω καθαρά για να τις καταγράψω…

Μα όλες καταλήγουν στο ίδιο…

Δεν θα αλλάξω ποτέ… Μάλλον…!

Φοβάμαι δηλαδή πως όσο κι αν προσπαθήσω, δεν θα καταφέρω και πολλά…

Δηλαδή…
Αν…
Δεν ξέρω…
Μάλλον…
Έστω κι έτσι…

Μ’αγαπάς… Λίγο???


Υ/γ: Μούτρε... Σε ευχαριστώ για την εξαιρετική σου ματιά... Και τη φωτογραφία!

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2012

Ένας Σεπτέμβρης γεμάτος θαύματα!



Ααααααααααααααααααχ... Σεπτέμβρης... Ο μήνας της ανασυγκρότησης, της επαναφοράς και του απολογισμού! Πάντα προηγείται απολογισμός της επανεκκίνησης! Πάντα ο Αύγουστος θα σημαίνει τέλος... Κι ο Σεπτέμβρης, αρχή!

Παρασκευή 31 Αυγούστου... Βράδυ... Όλος ο κόσμος στους δρόμους για τη μπλε σελήνη... Θαρρείς πως όλοι οι Αθηναίοι κατέβηκαν στο Κέντρο. Παρέες μικρών και μεγάλων και κυρίως ζευγάρια! Από αυτά που ορκίζονται στο φεγγάρι αιώνια πίστη και που δίνουν απερίσκεπτα κάθε είδους μακροχρόνια υπόσχεση... Στο τώρα όμως, τι γίνεται?

Παρατηρώ για ώρα το πέρασμα του κόσμου από τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Χέρια μπλεγμένα μεταξύ τους... Χαμόγελα... Η ευτυχία να πλανιέται στον αέρα σαν σύννεφο...

Μέσα στο γενικότερο κλίμα ξεχώρισε η μορφή μιας κοπέλας... Ανέβαινε με αργό και σταθερό βήμα τον πεζόδρομο. Στα αυτιά της ακουστικά... Στην πλάτη της μια κόκκινη τσάντα... Ήρθε και κάθησε δίπλα μου, μάλλον γιατί ήμουν μόνη και δεν θα της χαλούσα την ησυχία. Έβγαλε ένα τετραδιάκι, κοίταξε γύρω της κι ύστερα ξεκίνησε να γράφει με μανία... Η μουσική ήταν αρκετά δυνατή, ώστε να ξεχωρίσω τους "Πρώην" που έπαιζαν σε επανάληψη...

Από τότε που άκουσα αυτό το τραγούδι, γεννήθηκε μια εικόνα και μια ιστορία στο μυαλό μου... Από την πρώτη νότα... Σαν κεραυνοβόλος έρωτας... Μια ιστορία -σκέτη ανάγκη- κάθε Σεπτέμβρη!

Να μπαίνει το πιάνο και να σταματώ τα πάντα... Να κλείνω τα μάτια και να μεταφέρομαι σε μια παραλία... Όχι... Όχι σε νησί! Άστα τα νησιά... Μπήκε Σεπτέμβρης... Ο απολογισμός δεν μπορεί να γίνει στις διακοπές!

Μια παραλία εδώ... Στην πόλη! Να περπατώ στην άμμο και δίπλα μου λεωφόρος... Να περνούν τα αυτοκίνητα με ταχύτητα. Να μην μπορεί να ξεγελαστεί το μυαλό πως βρίσκεται αλλού. Να μην αναβάλλει τις σκέψεις του για αργότερα...

Ξυπόλητη... Τα παπούτσια κρατημένα στο δεξί χέρι... Το μελτέμι να μου παίρνει τα μαλλιά και να φέρνει την αλμύρα στα χείλη μου... Πατημασιές στην άμμο... Πίσω μια ορχήστρα με πιάνο, βιολιά και τσέλο... Μπροστά τα αμάξια όλων όσων πέρασαν και προσπέρασαν! Εκστατική κι αφημένη στο συναίσθημά μου, να ακούω τις φωνές χαμένων φίλων... Λόγια που γράφτηκαν και μου ξέσκισαν τον εγωισμό... Σιωπές που παρέμειναν αινιγματικές και ποτέ δεν έγιναν λέξεις για να μπορέσω να υπερασπιστώ τον εαυτό μου και να ανατρέψω τις παρεξηγήσεις... Αγόρια που ήρθαν με την υπόσχεση να μείνουν κι έφυγαν την επόμενη μέρα αφού γκρέμισαν και το τελευταίο τείχος... Κι ακόμα αναρωτιέμαι πως εγώ, η ανεξάρτητη, άφησα στην ασφάλειά τους το κάστρο της καρδιάς μου...

Παραμυθάκια στήνουν τα τραγούδια και σίγουρα σε αυτό το σημείο θα μπορούσε να βγαίνει ο θεός Ποσειδώνας από τη θάλασσα, να με πιάνει από το χέρι και μαζί να ταξιδεύαμε ως τα σύννεφα...

Μα εσύ λυπάσαι που ψάχνω τη λύτρωση στα επίγεια και δεν ζω το παραμύθι...
Κι ας με λες ακραία συναισθηματική...
Κι ας μου φωνάζεις πως ζω στο ροζ συννεφάκι μου...

Ξεκίνησα να γράφω αυτό το κείμενο την Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου, μα τα προβλήματα της τηλεφωνικής μου σύνδεσης δεν επέτρεψαν να ολοκληρώσω την ανάρτησή του... Τώρα πια χαίρομαι για αυτό... Γιατί τώρα πια, ξέρω, πως ξημερώματα Πέμπτης θα είχα μετανιώσει για το τέλος της ιστορίας μου... Η ηρωίδα θα λυτρωνόταν βέβαια, αλλά δεν θα μπορούσε να τεκμηριώσει το γιατί. Θα έλεγε απλά πως όλα τα πήρε ο άνεμος και το κύμα...

Κι ήταν ένα τραγούδι που ήρθε κάποια χαράματα να μου θυμίσει πως "όλα εδώ περνάνε"... Κι ένα τηλέφωνο που έγινε μόνο για να βρει παρέα το κλάμα, δίχως άλλες εξηγήσεις... Κι αυτό το "μη μ'αφήσεις" κάποιο μεθυσμένο βράδυ... Και το "θα 'χω το τηλέφωνο ανοιχτό αν χρειαστείς κάτι"... Ήταν και μια φωτογραφία που "ήταν πολύ "εσύ", φάτσα!"... Και που δεν μπορώ πια να σου κρυφτώ γιατί έμαθες να μετράς τις ανάσες μου... Κι είναι που είπες πως "τα μάτια μου έχουν μόνιμα το βλέμμα του ερωτευμένου"... Κι είναι που *σε ρώτησα πως πεθαίνουν οι θάνατοι και μου είπες από ζωή... Γιατί από ζωή τρέφονται.*

Δυο τσιγάρα αναμνήσεις δακρυσμένες, η ευτυχία μου! Αστραπιαίο ταξιδάκι αναψυχής, καθώς περνώ απ'το μυαλό των φίλων μου (ή εκείνοι απ' το δικό μου), με λόγο η χωρίς... Με κρυμμένο τραύμα ή θαύμα...

Τόσοι Αύγουστοι χαμένοι... Να μοιρολογώ τις απώλειες... Να κλαίγομαι για τα αμάξια που έφυγαν... Αντί να χαίρομαι για αυτά που πάρκαραν και τράβηξαν χειρόφρενο δίπλα μου... Γιατί υπάρχουν άνθρωποι τραύματα και άνθρωποι θαύματα... Κι εγώ τόσα χρόνια σκορπώ τα ίχνη μου σε λάθος παραλία...

Η σκέψη μου διακόπτεται από την παρουσία ενός μπόμπιρα... Φτάνει δεν φτάνει μέχρι το γοφό μου και σέρνει ένα ποδήλατο με βοηθητικές ρόδες και βγαλμένη αλυσίδα... Το ανεβάζει με τα χέρια ως ένα σημείο, το γυρνά προς την κατηφόρα, το καβαλά και κατεβαίνει εκμεταλλευόμενος την ελαφριά κλίση και πάλι από την αρχή... Η μάνα του δεν μπορεί να τον βοηθήσει (πόσα να ξέρουν κι αυτές οι μαμάδες πια?), αλλά κι εκείνος δεν παραπονιέται... Άλλωστε, τη δουλειά του την κάνει... Έστω κι έτσι... Σηκώνομαι και αμήχανη τον πλησιάζω...

-Να το φτιάξω?, τον ρωτώ... Ούτε "γεια", "ούτε πως σε λένε"... Ούτε χαμόγελο δεν έσκασα του παιδιού!

Εκείνος δεν απάντησε... Τι να πει σε μια άγνωστη που του λέει ένα ξερό "να το φτιάξω?"...  Το μόνο που έκανε, ήταν να γείρει το ποδήλατό του προς το μέρος μου, γεμάτος δυσπιστία! Έβαλα την αλυσίδα και του επέστρεψα το όχημα... Ο μικρός, το επεξεργάστηκε για λίγο, ανέβηκε, έκανε δυο πεταλιές κι ύστερα παράτησε το ποδήλατο κι ήρθε και μ'αγκάλιασε... (Για την ακρίβεια αγκάλιασε το μπούτι μου γιατί μέχρι εκεί έφτανε!)

-Σ'αγαπώ, είπε με μάτια που έλαμπαν από ευτυχία κι όσο με έσφιγγε, εγώ ήμουν ένα αμήχανο πλάσμα που προσπαθούσε να τακτοποιήσει κάπου τα χέρια του και που έψαχνε να βρει κάτι να πει...

Η ζωή είναι γεμάτη παράδοξα... Μοιράζει συναίσθημα σε ανθρώπους αλλά δεν τους μαθαίνει ούτε να το διαχειρίζονται, ούτε να το εκφράζουν... Και τι να το κάνεις το συναίσθημα αν δεν μπορείς να πεις ούτε στους φίλους σου πόσο τους αγαπάς? Τι να το κάνεις αν παγώνεις μπροστά στην ευγνωμοσύνη ενός παιδιού...

Το κορίτσι που καθόταν δίπλα μου με πλησίασε... Έγειρε στο αυτί μου και ψιθύρισε:

-Έλα πες το... Δεν είναι και τίποτε τρομακτικό...

-Κι εγώ σ'αγαπάω ρε σίφουνα... Άντε πήγαινε να παίξεις..., απαντώ...

Και ξέρεις κάτι? Τελικά, δεν ήταν και τόσο τρομακτικό! Κι εγώ αυτό το "τίποτα", έμελλε να το μάθω από έναν μπόμπιρα που έφτανε μέχρι το γοφό μου!!!

*Η φράση "σε ρώτησα πως πεθαίνουν οι θάνατοι και μου είπες από ζωή... Γιατί από ζωή τρέφονται.", είναι από το "Μιγαδικό Αριθμό" του Σταύρου Σταυρόπουλου και το βιβλίο "Καπνισμένο κόκκινο" που ετοιμάζεται...

**Για την παρέα του 15αύγουστου και τα μικρά παιδιά που ζουν πάντα μέσα μας!




"Το Ποδήλατο"

Στίχοι / Μουσική / Ερμηνεία: 
Ελένη Βιτάλη



Ένα μικρό-μικρό ποδήλατο... Κι ένα μικρό-μικρό παιδί...

Είδαν το πρόβλημα το άλυτο και κάναν βόλτα στη ζωή!


Ένα μικρό-μικρό ποδήλατο... Κι ένα μικρό-μικρό παιδί...
Είδαν το πρόβλημα το άλυτο και κάναν βόλτα στη ζωή!


Δεν είναι δράκος! Δεν είναι γίγαντας!

Δεν είναι τίποτα καλέ τρομαχτικό!!!
Είναι ότι είναι, γι’ αυτό που είναι,
δεν το γνωρίζω ούτε εγώ

Ένα μικρό-μικρό ποδήλατο... Κι ένα μικρό-μικρό παιδί...
Είδαν το πρόβλημα το άλυτο και κάναν βόλτα στη ζωή!

Ένα μικρό-μικρό ποδήλατο... Κι ένα μικρό-μικρό παιδί...
Είδαν το τίποτα να ορθώνεται και κάναν βόλτα στη ζωή!

Ένα μικρό-μικρό ποδήλατο... Κι ένα μικρό-μικρό παιδί...
Είδαν το τίποτα να ορθώνεται και κάναν βόλτα στη ζωή!




Ένα μικρό-μικρό ποδήλατο... Κι ένα μικρό-μικρό παιδί...
Είδαν το πρόβλημα το άλυτο και κάναν βόλτα στη ζωή!








Τετάρτη 1 Αυγούστου 2012

Λίγο ακόμα... vol 2




Σκηνοθεσία: Παντελής Φρατζής
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Βάσια Αναγνωστοπούλου
Costume Design: Μάνος Ανδρέου
Συμμετέχει ο ηθοποιός Κωνσταντίνος Μαραβέλιας
 
  *Πρώτη δημοσίευση του κλιπ στο http://www.protagon.gr/

**Και να που κυκλοφόρησε (έστω και διαδικτυακά), το τραγούδι που έγινε η αιτία να γραφτεί αυτό το κείμενο... Αυτό το "λίγο ακόμα" γράφτηκε ξημερώματα Τετάρτης 20 Ιουνίου και αναρτήθηκε το ίδιο βράδυ μετά το τέλος του ραδιοφωνικού "Καλειδοσκοπίου", με ένα άλλο τραγούδι για συντροφιά... Απόψε αυτό το "λίγο ακόμα" αναγεννήθηκε... Και λυτρώθηκε!

Κι ήταν τα σπουδαία, ποιητικά λόγια του Χρήστου Μιχαήλ κι η καθηλωτική ερμηνεία της Μαρίας Παπαγεωργίου που δημιούργησαν την ανάγκη των λέξεων εκείνο το ξημέρωμα...

 Και είναι και το γαλήνιο web-κλιπ του Παντελή Φραντζή που ήρθε και ολοκλήρωσε το συναίσθημά τους... 

 Κι ήταν που άκουσα στο βάθος μια φωνή να λέει σαν χάδι... 

Εκείνο... 

Το σπασμένο... 

Το Αλληλούια...



________________________________________________________________

 

 "Λίγο ακόμα..."

 



Παραδέχομαι πως έχω εξάρτηση από τους ανθρώπους...

ΔΙΟΡΘΩΝΩ

Έχω εξάρτηση από τους -δικούς μου- ανθρώπους!

Ξέρεις... Οι δικοί μου άνθρωποι δεν είναι πολλοί...
Ίσως να μην συμπληρώνουν καν τα δάχτυλα του ενός χεριού!

Αλλά... Είναι μοναδικοί!
Κανένας άνθρωπος δεν μοιάζει με αυτούς...
Κανένας δεν χαμογελά, δεν δίνεται, δεν μιλά σαν αυτούς...
Κι αν η ανθρώπινη φύση φύλαξε ένα μοναδικό αποτύπωμα για κάθε ον, μπορώ να σου αποδείξω πως οι δικοί μου άνθρωποι έχουν μια μοναδική αγκαλιά!

Δίπλα τους έχω πάντα την επιθυμία του "λίγο ακόμα"...
Λίγο ακόμα μαζί...
Λίγες ακόμα ανάσες και σιωπές...
Λίγη ακόμα από την αύρα σου ρε μάτια μου!

Κι ας έχω ένα σωρό δουλειές... Κι ας ήρθα για να πω πως θα φύγω...

Έλα... Λίγο ακόμα... Να είμαστε απέναντι και να κοιτιόμαστε δίχως να λέμε τίποτε φανερά...
Κι ύστερα να κάθομαι δίπλα σου, να φυλάω τον ύπνο σου... Και να αισθάνομαι ο βασιλιάς της ηρεμίας σου. Έλα... Λίγο ακόμα!

Ξέρω πως κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσω να σου γράφω γράμματα...

Πρέπει κάποια στιγμή να σε κοιτάξω στα μάτια και να αφήσω την ευγνωμοσύνη που νιώθω να ξεχυθεί, να πάρει όποια από τις εσωτερικές φωνές μου θέλει και να στα πει όλα!
Μααααα... Με ποιες λέξεις εκφράζεται η ευγνωμοσύνη άραγε?

Δεν ξέρω τι με πιάνει...

Θέλω να πω...
Ώρες-ώρες άλλα έχω στο κεφάλι μου να πω κι άλλα λέω... Άλλες κινήσεις έχω ανάγκη κι άλλες πράττει το σώμα σαν να έχει δική του άποψη... Σαν να με κάνει αυτό ότι θέλει κι όχι το αντίθετο.

Θα 'θελα λίγο ακόμα δίπλα σου...

Όσο χρειαστεί για να σε κοιτάξω στα μάτια και να σου πω πως "Σ'ΑΓΑΠΑΩ!"!!!
Όσο χρειαστεί για να σε πάρω μια αγκαλιά μοναδική, σαν αυτές που μου προσφέρεις εσύ απλόχερα...

Λίγο ακόμα... Σε παρακαλώ... Τόσο λίγο... Όσο χρειάζεται...

Για να σου πω πως δίπλα σου γίνομαι ο εαυτός μου δίχως να ντρέπομαι...

Και πως αυτό οφείλεται σε εσένα μοναδικέ μου άνθρωπε...

Και σ'αγαπάω...

Και θέλω λίγο ακόμα... Τόσο μόνο...

Όσο μια διαδρομή από το σαλόνι μου ως το πεζοδρόμιο...

Τόσο μόνο...

Όσο μια διαδρομή από το μυαλό ως την καρδιά σου...

Αλληλούια
μουσική: Leonard Cohen
ελληνικοί στίχοι: Χρήστος Α. Μιχαήλ
διασκευή/ τραγούδι: Μαρία Παπαγεωργίου

Μου είπαν πως πολύ μακριά
ο χρόνος κύλαγε μπροστά
κι εγώ κάτι ν’ αγγίξω προσπαθώ.
Ακούω στο βάθος μια φωνή
κι η μόνη ελπίδα να’σαι εσύ
σαν χάδι να μου πεις το «αλληλούια».

Αλληλούια…

Χρυσό τ’ αγκάθι στην πληγή
η μνήμη μας αιμορραγεί
το θαύμα θα πιστέψω αν μου πεις
μα εσύ ποθείς τη λησμονιά
και σαν το λόγο του φονιά
στα χείλη σου κυλάει το «αλληλούια».

Αλληλούια…

Μελάνι ρίχνω στο χαρτί
και μουτζουρώνω μια αφορμή
μ’ αλήθεια την αιτία μου ζητώ
κι εσύ σταμάτησες να φταις
ξημέρωσε χωρίς να λες
εκείνο το σπασμένο «αλληλούια».

Αλληλούια…

Στον κόσμο κάνω τη σκληρή
μα ο θάνατος ένα σκαλί
και χάρτινη σημαία ό,τι αγαπώ.
Ποτέ δεν βρήκα το σωστό
ούτε μισώ, ούτε αγαπώ
σε ποιον θεό να πω το «αλληλούια».
Αλληλούια…

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Λίγο ακόμα...



Παραδέχομαι πως έχω εξάρτηση από τους ανθρώπους...

ΔΙΟΡΘΩΝΩ

Έχω εξάρτηση από τους -δικούς μου- ανθρώπους!

Ξέρεις... Οι δικοί μου άνθρωποι δεν είναι πολλοί...
Ίσως να μην συμπληρώνουν καν τα δάχτυλα του ενός χεριού!

Αλλά... Είναι μοναδικοί!
Κανένας άνθρωπος δεν μοιάζει με αυτούς...
Κανένας δεν χαμογελά, δεν δίνεται, δεν μιλά σαν αυτούς...
Κι αν η ανθρώπινη φύση φύλαξε ένα μοναδικό αποτύπωμα για κάθε ον, μπορώ να σου αποδείξω πως οι δικοί μου άνθρωποι έχουν μια μοναδική αγκαλιά!

Δίπλα τους έχω πάντα την επιθυμία του "λίγο ακόμα"...
Λίγο ακόμα μαζί...
Λίγες ακόμα ανάσες και σιωπές...
Λίγη ακόμα από την αύρα σου ρε μάτια μου!

Κι ας έχω ένα σωρό δουλειές... Κι ας ήρθα για να πω πως θα φύγω...

Έλα... Λίγο ακόμα... Να είμαστε απέναντι και να κοιτιόμαστε δίχως να λέμε τίποτε φανερά...
Κι ύστερα να κάθομαι δίπλα σου, να φυλάω τον ύπνο σου... Και να αισθάνομαι ο βασιλιάς της ηρεμίας σου. Έλα... Λίγο ακόμα!

Ξέρω πως κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσω να σου γράφω γράμματα...

Πρέπει κάποια στιγμή να σε κοιτάξω στα μάτια και να αφήσω την ευγνωμοσύνη που νιώθω να ξεχυθεί, να πάρει όποια από τις εσωτερικές φωνές μου θέλει και να στα πει όλα!
Μααααα... Με ποιες λέξεις εκφράζεται η ευγνωμοσύνη άραγε?

Δεν ξέρω τι με πιάνει...

Θέλω να πω...
Ώρες-ώρες άλλα έχω στο κεφάλι μου να πω κι άλλα λέω... Άλλες κινήσεις έχω ανάγκη κι άλλες πράττει το σώμα σαν να έχει δική του άποψη... Σαν να με κάνει αυτό ότι θέλει κι όχι το αντίθετο.

Θα 'θελα λίγο ακόμα δίπλα σου...

Όσο χρειαστεί για να σε κοιτάξω στα μάτια και να σου πω πως "Σ'ΑΓΑΠΑΩ!"!!!
Όσο χρειαστεί για να σε πάρω μια αγκαλιά μοναδική, σαν αυτές που μου προσφέρεις εσύ απλόχερα...

Λίγο ακόμα... Σε παρακαλώ... Τόσο λίγο... Όσο χρειάζεται...

Για να σου πω πως δίπλα σου γίνομαι ο εαυτός μου δίχως να ντρέπομαι...

Και πως αυτό οφείλεται σε εσένα μοναδικέ μου άνθρωπε...

Και σ'αγαπάω...

Και θέλω λίγο ακόμα... Τόσο μόνο...

Όσο μια διαδρομή από το σαλόνι μου ως το πεζοδρόμιο...


Τόσο μόνο...

Όσο μια διαδρομή από το μυαλό ως την καρδιά σου...

*Ομολογώ πως το συγκεκριμένο κείμενο γεννήθηκε με το άκουσμα άλλου τραγουδιού... Όμως... Αυτή τη φορά... Θα το κρατήσω για μένα... Εσείς ακούστε αυτό...!

Τετάρτη 16 Μαΐου 2012

Μπορείς?






Μπορείς?

Μη βιαστείς να απαντήσεις... Σκέψου το καλά...

Μπορείς?

Ξέρεις... Έχω κάτι ανασφάλειες που τις κουβαλώ από τότε που με θυμάμαι...

Φοβάμαι πως οι πιο δικοί μου άνθρωποι κάποια μέρα θα με βαρεθούν και θα φύγουν.

Την έχουν ήδη κάνει πολλοί κι έτσι ο φόβος αυτός εμφανίζεται σχεδόν αυτόματα με το που δένομαι με κάποιον... Κι αρχίζει να μου τρώει τα σωθικά... Γιατί ποτέ δεν κατάλαβα τι έκανα λάθος κι όλοι με άφηναν...

Στην αρχή νόμιζα ότι ανοιγόμουν πολύ και φόρτωνα τους άλλους με τα βάρη μου, τις τύψεις, τις ενοχές, τα άγχη, τις ανασφάλειές μου... Κι έτσι σταμάτησα να μιλώ.

Έγινα όμως πολύ καλός ακροατής... Άκουγα όσα οι άλλοι δεν τολμούσαν να πουν... Κι έγινα ο τύπος που πάντα καταλάβαινε...

Μα έφυγαν κι άλλοι έτσι...

Και ξανα-άλλαξα... Έγινα συμπαραστάτης...

Αυτός που ήταν πάντα εκεί... Που ισορροπούσε την κάθε κατάσταση... Έγινα η λογική στην τρέλα σου... Μα έφυγες κι εσύ!!!

Ανοίχτηκα σε πολλούς δρόμους... Συναισθηματικούς, λογικούς, φιλικούς... Ερωτικούς... Πήγα κι από 'δω... Πήγα κι από 'κει... Και πάντα μετρούσα απώλειες... Πάντα έχανα!

Κι έτσι σταμάτησα να κυκλοφορώ...

Αν δεν γνωρίζεις - δε χάνεις!

Και περνούσαν τα χρόνια...

Κι όλα γύρω μου μεγάλωναν κι εγώ παρέμενα ίδια κι απαράλλαχτη! Ένα παιδί στο κόσμο των μεγάλων. Μια ανώριμη καρδιά σε ένα γερασμένο σώμα και μια λογική, εντελώς παράλογη!

Όταν κρύβεσαι και δεν γνωρίζεις - δεν μεγαλώνεις! Απλά χαϊδεύεις τον εαυτό σου... Κι είχες δίκιο όταν μου είπες κάποια στιγμή πως τον παραχαϊδεψα τον εαυτούλη μου!

Κάποτε, έκανα κάτι δειλά βήματα προς τα έξω... Κι ήρθαν καινούριοι άνθρωποι... Άλλοι... Περίεργοι...

Αυτούς, δεν τους κυνήγησα... Μάλλον το αντίθετο έγινε... Κι ίσως να συνεχίζει να γίνεται...

Και τους αγάπησα πολύ τους άλλους...

Κι άρχισα να φοβάμαι πάλι...

Κι αντιδρώ σπασμωδικά κάνοντας το ένα λάθος μετά το άλλο...

Ξεσπάω πάνω τους... Κι ύστερα φεύγω...

Και γίνομαι αμίλητος ακροατής...

Και κλείνομαι στο σπίτι...

Κι ο φόβος δεν φεύγει...

Ούτε τα λάθη...

Κι εκείνοι πάντα παρόντες...

Ακόμη και στον ύπνο μου έρχονται και μου χτυπούν τον ώμο, όταν κλείνομαι στον εαυτό μου και δεν είμαι πουθενά...

Κι εγώ θα 'θελα να είμαι τέλεια...

Να μην προκαλέσω τη φυγή τους...

Αλλά φοβάμαι πως ότι κάνω είναι λάθος...

Για αυτό σου λέω... Μπορείς?

Μπορείς να με αντέξεις?

Μπορείς να διώξεις κάθε μου φόβο?

Ή τουλάχιστον, μπορείς να κάνεις υπομονή μέχρι να βρω τα καινούρια μου βήματα?

Δίπλα σου... Μαζί σου!

Γιατί έχω στην ψυχή μια πυρκαγιά ανεξέλεγκτη και φοβάμαι μη σε κάψω...

Κι απομακρύνομαι για να τη σβήσω, μα πνίγομαι στο νερό που χρησιμοποιώ... Ότι ποσότητα κι αν είναι...

Για αυτό σου λέω... Μπορείς?

'Οτι κι αν πεις θα το δεχτώ, ακόμα και την άρνησή σου και θα συνεχίσω να σ'αγαπώ όπως και τώρα...

Μόνο μην απαντήσεις βιαστικά "ναι", γιατί αν δεν μπορέσεις και φύγεις κι εσύ δεν θα το αντέξω...

Γιατί κουράστηκα να χάνω... Και δεν θέλω άλλες μάχες...

Μπορείς?

Να αντέξεις τα αναίτια και παιδιάστικα ξεσπάσματά μου?

Να το πάρεις πάνω σου όλο αυτό...?

Να με μάθεις να αφήνομαι...

Να μη φοβάμαι τους ανθρώπους...

Να με μάθεις να αγκαλιάζω από την αρχή!

Μπορείς?

Να το πάρεις πάνω σου όλο αυτό...?

Να μου δείξεις το δρόμο?

Να με περιμένεις να μεγαλώσω δίπλα σου?

Μπορείς?

Να σβήσεις το φόβο μου?

Μπορείς?

Να μείνεις - μπορείς?

Να μείνεις...

Σε παρακαλώ... Μπορείς?


*(Ένα κείμενο που γράφτηκε στον αέρα του www.street-radio.gr... Άλλο ένα!)

Τετάρτη 9 Μαΐου 2012

"Σταμάτα... Να σε σκέφτομαι!"



Δεν υπήρξε ποτέ καλός ομιλητής… Δεν έμαθε ποτέ πως ήταν…

Όσο θυμάται τον εαυτό του άκουγε σιωπηλός… 

Άκουγε και παρατηρούσε… 

Παρατηρούσε για χρόνια τις κινήσεις, τις ματιές…
Άκουγε για χρόνια κάτω από τις λέξεις, τις ανάσες, τις δεύτερες σκέψεις, τα συναισθήματα… 

Κι όταν εκείνη τον ρωτούσε «Τι σκέφτεσαι», εκείνος το ‘ριχνε στην πλάκα, έκανε μερικά αστεία και πήγαινε παρακάτω… Πάντα έβρισκε τον τρόπο να αλλάξει το θέμα στη συζήτηση… 

Κι όταν ξέμενε από αστεία, εξαφανιζόταν!

Κρατούσε τις αποστάσεις, έχανε την υπομονή του, γκρίνιαζε, απελπίζονταν, θύμωνε, έσπαγε, παραδεχόταν… Έβρισκε τις ανάσες του… Ξεπερνούσε…

Εκείνη δεν μάθαινε τίποτα… Άλλωστε… Δεν υπήρξε ποτέ καλός ομιλητής! 

Μόνο κάτι χαρτιά στο συρτάρι ήξεραν…

Για τα κλάματα… Τις επιθυμίες… Τα μακρόσυρτα ξενύχτια που περνούσε προσπαθώντας να νικήσει έναν πόθο ανελέητο… Σχιζοφρενή!
Για τους φόβους και τις ανασφάλειες που γίνονταν όνειρα και τον επισκέπτονταν κάθε βράδυ… 

Μια τέτοια νύχτα ήταν κι αυτή… Δύσκολη… Το μυαλό του απασχολούσε πάλι εκείνη…

Ένας έρωτας μονόπλευρος και ατελέσφορος… 

Είχε περάσει πια ένας χρόνος από τότε που την είδε τελευταία φορά… Κι ήταν ίσως η μοναδική φορά στη ζωή του που μίλησε τόσο πολύ. Μέσα σε λίγα λεπτά της τα είπε όλα… 

Πως είχε πάψει να πιστεύει στους ανθρώπους κι ήρθε εκείνη κι έφερε τα πάνω – κάτω… Πως έλαμψε ο κόσμος όταν την είδε… Πως το μόνο που ήθελε ήταν να είναι μαζί της… Πως… Πως… 

Εκείνη δεν είπε τίποτα… Αιώνας του φάνηκαν τα δευτερόλεπτα της σιωπής της… 

Σήκωσε το βλέμμα και την κοίταξε κατάματα: 
«Σ’αγαπώ τόσο πολύ που πονάω…», της είπε… 

«Δεν… Δεν μπορώ… Δεν… Πρέπει να φύγω!», κατάφερε να πει…
Κι αποχώρησε… 

Βλέποντας το αυτοκίνητό της να απομακρύνεται είχε κιόλας μετανιώσει που της μίλησε… Που είχε πάει κόντρα στη φύση του…

Έκλαψε πολύ… Κι άρχισε να δουλεύει ασταμάτητα… 

Η εργασιοθεραπεία ήταν πάντα ένας τρόπος να ξεχνιέται… Πέρασε ένας χρόνος…

Ήταν στο γραφείο και τακτοποιούσε κάτι τιμολόγια όταν όλος ο χώρος πλημμύρισε με το άρωμά της… Στην αρχή νόμιζε πως ήταν η ιδέα του, μα η ώρα περνούσε και η μυρωδιά γινόταν όλο και πιο έντονη… 

Πότισε τα ρούχα του… 

Το σώμα του! 

Κι ύστερα… Ύστερα το λεωφορείο… Το ασανσέρ… Μπήκε στο σπίτι ζαλισμένος… 

Πέταξε τα ρούχα του στο πάτωμα και μπήκε στο μπάνιο… Έπλενε τα χέρια του… Το σώμα του… Έτριβε με μανία κάθε σημείο του σώματός του προσπαθώντας να διώξει τη άρωμά της, την ίδια (!), από πάνω του... Από τη ζωή του…! 

Κι όσο έτριβε, τόσο πιο έντονη γινόταν η μυρωδιά της… Κι εκείνος δεν μπορούσε… Δεν άντεχε!

Έπεσε στα γόνατα κι άρχισε να κλαίει… 
«Δεν αντέχω άλλο… Σταμάτα! Σταμάτα! Τρελαίνομαι… Αυτό ήταν! Τρελαίνομαι!!!» 
Έδωσε μια γροθιά στην πόρτα και της άνοιξε μια τρύπα ίσα με την παλάμη του… 
Για ώρα περπατούσε μέσα στο σπίτι του παραμιλώντας… 

Αργά το βράδυ, εξαντλημένος πια, ξάπλωσε στο κρεβάτι του… 
Ένας λυγμός είχε σταθεί στο λαιμό του, μα δεν τον άφησε να γίνει κραυγή… Άλλωστε… 

Δεν υπήρξε ποτέ καλός ομιλητής… 

Αποκοιμήθηκε… 

Η συνέχεια λίγο-πολύ γνωστή… Ήρθε στον ύπνο του… 
Κι όπως την πρώτη φορά που την είδε, ανατρίχιασε κι έμεινε να κοιτάζει εκστατικός το πέρασμά της. Στο μυαλό του το «Ερωτικό» του Λαπαθιώτη…
Όλοι ακούνε κουδούνια και βλέπουνε πεταλούδες όταν ερωτεύονται, αυτός άκουγε ποιήματα! 

Χίλιες φορές της φώναξε «Σ’αγαπώ» στον ύπνο του… 
Χίλιες φορές την είδε να γυρνά την πλάτη της και να φεύγει. 
Σαν κινηματογραφικό καρέ που έπαιζε ξανά και ξανά στο όνειρό του… 

Σηκώθηκε από το κρεβάτι του πιο τρελαμένος από ότι ήταν όταν ξάπλωσε… 
Κοίταξε τον εαυτό του στον καθρέφτη… Τρόμαξε! 
Ταλαιπωρημένος, αξύριστος, με μάτια κατακόκκινα… 
Όλα τα «Σ’αγαπώ» που δεν βρήκαν παραλήπτη στα όνειρά του και στη ζωή του, έγιναν βάρος στο στήθος του… Ένα βάρος που δεν μπορούσε πια να σηκώνει…

______________________________________________________

Η οθόνη του κινητού της άναψε… 

Μέσα στο ολοσκότεινο δωμάτιο, το μικρό αυτό φως και ο ήχος από τη δόνηση, ήταν αρκετά ενοχλητικά… 

«Χίλιες φορές σου έχω πει να την κλείνεις τη μαλακία όταν κοιμόμαστε…», είπε εκείνος.

Εκείνη, που είχε ανοίξει ήδη το μήνυμα, δεν άκουσε λέξη.

«Έλα μωρό μου… Κλείστο… Είναι πιο σημαντικό το μήνυμα από εμένα?», ρώτησε καθώς γύριζε πλευρό και την έκλεινε στην αγκαλιά του…

«Όχι αγάπη μου… Να! Το έσβησα… Και το μήνυμα και το κινητό!», είπε και χάθηκε στα χέρια του, πετώντας έναν άλλο έρωτα και έξι λέξεις στην ανακύκλωση…


Ένα μήνυμα που έγραφε:

«Σε παρακαλώ… Σταμάτα… Να σε σκέφτομαι!»  




Υ.Γ.: Το μήνυμα ανήκει σε ένα φίλο και κάποτε μου έδωσε την άδεια να το δαχειριστώ όπως θέλω... Όταν και όποτε... Ελπίζω να το έκανα με σωστό τρόπο!

Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

"Μην κλαις"...




"Αυτό που θα 'θελα απόψε, είναι τη ζωή μου πίσω. Αλλά δεν ξέρω από ποιον να τη ζητήσω.

Τόσο τη σκόρπισα, τόσο τη χαράμισα, τόσο τη δάνεισα, τόσο την ξερίζωσα. Από ποιον να τη ζητήσω τώρα... Και τί ωφελεί;

Αυτό που θα 'θελα απόψε, τελικά, είναι ένας ώμος, να γείρω πάνω του να κλάψω .

Να κλάψω πολύ. Με λυγμούς. Με κραυγές. Να κλάψω για όλα.

Για όσα αγάπησα. Για όσα ονειρεύτηκα. Για όσα ένιωσα. Για όσα περίμενα και ποτέ δεν ήρθαν.

Για όσα με πρόδωσαν. Για όσα με χαράκωσαν. Για όσα με θανάτωσαν. Για όσα μ' ανάστησαν.

Να κλάψω πολύ. Με λυγμούς. Με κραυγές.

Για όλα.........

Να γείρω στον ώμο κάποιου και ν'ακούσω τη φωνή του, να μου πει ψιθυριστά: "Μην κλαις".

Μόνο αυτό.

Τίποτε άλλο.

"Μην κλαις"...

Μόνο αυτό............."

Μ' αυτές τις λέξεις της Αλκυόνης Παπαδάκη (από το "Ακρογιάλι της Ουτοπίας"), κοιμήθηκα...

Και έκλαιγα όταν το διάβαζα...
Και έκλαιγα στον ύπνο μου...

Κι ήρθε ένας ψίθυρος από το πουθενά κι έγινε ησυχία...
Κι έγινε αγκαλιά που έλεγε τη λέξη "υπομονή"...
Έγινε σιγουριά που έλεγε "όλα θα πάνε καλά, στο υπόσχομαι"...
Έγινε χτύπος καρδιάς που επανέφερε τους σφυγμούς μου...

Από εκείνο το βράδυ κάθε φορά που κάτι πάει στραβά ακούω έναν ψίθυρο στο αυτί μου να λέει τη λέξη: "Υπομονή"...

Κι αισθάνομαι μια ζέστη στο κορμί μου σαν κάποιος να μ'αγκαλιάζει... Και ένα γνώριμο άρωμα πλανιέται στον αέρα... Ησυχάζω...

Όχι! Δεν αρκεί πάντα αυτό για να στεγνώσουν τα δάκρυα... Όμως ελαφραίνει το βάρος που έχω στο στήθος...

Γιατί τώρα γυρνάω δίπλα μου και έχω ένα ώμο να γείρω... Και καθώς ακουμπώ ακούω μια φωνή να λέει ψιθυριστά: "Μην κλαις"...

Και δεν εύχομαι πια για να βρεθεί κάποιος...

Γιατί το μόνο που χρειάζεται είναι να κοιτάξω δίπλα μου και να αφεθώ... Τίποτε άλλο... Μόνο αυτό...

Να κοιτάξω δίπλα μου, να γείρω στον ώμο του και να ακούσω αυτό το "Μην κλαις"...

Και να μην το φοβηθώ...

Μόνο αυτό...

Να μην το φοβηθώ!

*Ένα κείμενο που γεννήθηκε στον αέρα του www.street-radio.gr, στο ραδιοφωνικό "Καλειδοσκόπιο", με αφορμή μια... Βουβή συνομιλία! 



Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

...Και δαίμονες...



Κάθε μέρα το μυαλό μου παίζει στο κόκκινο... Αγγίζει τα όριά μου και με πάει ένα βήμα πιο κάτω... Ρισκάρω... Ασυνείδητα... Η λογική απουσιάζει... Η ντροπή εγκαθίσταται... Ο φόβος με αλλοιώνει... Με γερνά!

Κοιτάζομαι στον καθρέφτη... Δεν με αναγνωρίζω...

Νιώθω ρίγη... Νιώθω μια σκιά να με καλύπτει... Απρόσκλητη... Με το "έτσι θέλω"... Αδιάφορη για το που βρίσκομαι...

Ζαλίζομαι...

Φοβάμαι...

Δεν μπορώ να σταματήσω το δαίμονα που έρχεται... Ούτε να τον καλοδεχτώ μπορώ... Ελπίζω μόνο να είναι αναίμακτη και αυτή του η επίσκεψη...

Θα ήθελα να μπορούσα να εξαφανιστώ τώρα... Να γίνω πολύ μικρή... Τόση που να χωρώ σε μια χαραμάδα... Ας είναι και χαραμάδα πανικού! Να μην υπάρχω για λίγο... Να μην καταλάβει κανείς το πως και να μη χρειάζεται να εξηγήσω... Να μην απολογηθώ για τίποτε... Να πω απλά "τώρα δεν υπάρχω" και με το χτύπημα των δαχτύλων μου να γίνει...

Με λούζει κρύος ιδρώτας... Τα αυτιά μου βουίζουν... Παγώνω... Ένας κυκλώνας στο στομάχι μου...

Κλείνω τα μάτια και τραγουδάω από μέσα μου... Στιχάκια στη σειρά... Ανεβοκατεβάσματα της φωνής... Εναλλαγές της μουσικής... Δεν πιάνει...

Σκόρπιες φράσεις επιβολής... Κοινές... Αυτές κι αν δεν πιάνουν!

Μετράω δέκα αργές ανάσες... Βγαίνουν μισές... Σαν να λιγόστεψε ξαφνικά ο αέρας... Σκέφτομαι "πνίγομαι", και το εννοώ... Δεν θυμάμαι ποτέ άλλη περίοδο που να έχω χρησιμοποιήσει τόσες λέξεις με την πραγματική τους έννοια... Αρχίζω να ανασαίνω σαν να βγήκα στην επιφάνεια από βουτιά διαρκείας, χωρίς η ανάσα να επανέρχεται στο φυσιολογικό...

Βήχω και θέλω να βγάλω τα σωθικά μου... Σαν να θέλει το σώμα να ξεράσει το συναίσθημα που το δηλητηρίασε...

Όλοι οι μυς ενεργοποιημένοι... Τεντωμένο κάθε κύτταρο...

Κι αν με έπιανε την ώρα που οδηγούσα?

Μπροστά σε κόσμο?

Σε φίλους?

Μπροστά σου?

Τέσσερις φόβοι που κάτι μου λέει πως θα τους ζήσω όλους, αργά ή γρήγορα... Ή σήμερα!

Ανοίγω την πόρτα και ξέρω πως είσαι απ' έξω... Έχω συγκεντρώσει όλη μου τη δύναμη για να ορίσω τα πόδια μου... Θα φτάσω ως το τραπέζι, θα μαζέψω τα πράγματα μου και θα βγω από το σπίτι δίχως να φανούν πολλά... Θα πω: "Εγώ φεύγω", πιάνοντας το κινητό και έπειτα στρίβοντας δεξιά θα ανοίξω την πόρτα... Σκέφτομαι αρκετή ώρα τις κινήσεις που θα χρειαστεί να κάνω... Έχω υπολογίσει ως και τα βήματα! Το σώμα μου θα υπακούσει αν πας πάσο και δεν κινηθείς εκτός του σχεδίου που έχω φτιάξει στο μυαλό μου...

Φτάνω στο τραπέζι... Πιάνω το κινητό και λέω "Εγώ φεύγω", περιμένοντας να ρωτήσεις το γιατί, για να απαντήσω πως προέκυψε κάποια δουλειά...

"Θα σε πάω εγώ", λες και σταματούν όλα... Άλλαξες το σχέδιο...

Τα πόδια παραλύουν και κάθομαι στην καρέκλα δίπλα μου... Πουθενά δεν θα πάμε! Με κοιτάς και το ξέρω κι ας έχω το βλέμα καρφωμένο στα παπούτσια μου, με πολύ μεγάλη επιτυχία!

Δεν λες τίποτε... Μόνο με παίρνεις αγκαλιά...

Ξεσπάω σε κλάματα... Κουρασμένη... Απελπισμένη... Ατέλειωτα δάκρυα με αμέτρητους λυγμούς, όλο παράπονο... Αναίτιους θα τους πω... Εσύ πες τους όπως θες...

Οι γροθιές μου σφιχτά κλεισμένες... Κάπου ανάμεσα ένα κομμάτι ύφασμα παλεύει να ξεφύγει... Η μπλούζα σου νομίζω...

Η αγκαλιά σου σφιχτά κλεισμένη... Κι η δική μου... Ανάμεσα ο φόβος προσπαθεί να ξεφύγει και να επιβληθεί... Τζάμπα κόπος...

Η ντροπή και η αμηχανία πετούν στον αέρα... Όχι στο δικό σου χώρο... Στον δικό μου...

Το ρίχνω στην πλάκα και κριτικάρω τον εαυτό μου... Δεν γελάς... Δεν το βρίσκεις αστείο... Ξεσπάς σε φωνές και χτυπάς την κοιμισμένη αυτοεκτίμησή μου... Δεν το περίμενα... Παραμένω στην ίδια θέση ξαφνιασμένη και άφωνη, φοβούμενη μην σε προκαλέσω ξανά...

Με ξαναπαίρνεις αγκαλιά... Τώρα πια κλαίμε κι οι δυο...

Με γυρνάς στο σπίτι και νιώθω εξαντλημένη... Σχεδόν δεν μπορώ να ανοίξω τα μάτια μου βγαίνοντας από το αυτοκίνητο... Κάνω να πω κάτι μα το μόνο που βγαίνει είναι "Καληνύχτα"... Μα το μυαλό μου λέει: "Σε ευχαριστώ... Για τις φωνές... Για τις σιωπές... Για τη σφιχτή αγκαλιά... Τη δαρμένη αυτοεκτίμηση... Γιατί είσαι δικός μου άνθρωπος... Ένας... Ο ένας...". Όλα αυτά γιατί έγιναν μια απλή "καληνύχτα" γαμώτο μου? Γιατί δεν υπακούει η φωνή?*

Μπαίνω στο σπίτι μου και προχωρώ κρατώντας τα φώτα σβηστά... Το μυαλό μου έχει επανέλθει και λειτουργεί... Σωστά ή λανθασμένα... Λειτουργεί! Ξέρω πως αύριο θα ξυπνήσω και θα ντρέπομαι απίστευτα... Ήδη ντρέπομαι...

Θα εξαφανιστώ για λίγες μέρες... Μέχρι να ξε-ντραπώ λίγο. Ξέρω πως είναι λάθος... Άλλο ένα λάθος από τα πολλά που έχω κάνει και από τα πολλά που θα κάνω στο μέλλον...

Ξαπλώνω στον καναπέ και τραγουδώ από μέσα μου ένα τραγούδι που δεν υπάρχει... Το τηλέφωνο χτυπά, μα δεν το σηκώνω... Αργότερα... Να φύγει λίγη ντροπή ακόμη... Όσο συνέρχομαι θυμάμαι λεπτομέρειες από όσα έγιναν...

Τι νύχτα!

Τι βάσανο Χριστέ μου!!!

Και τι βάλσαμο...!

Κι ας έμεινα μόνο στην "καληνύχτα"...

Κι ας άφησα την κλήση σου αναπάντητη!



Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

Χειμώνας θα 'ναι...





     Χειμώνας θα 'ναι... Χειμώνας βράδυ... Θα 'χει βρέξει... Θα σε ψάχνω... Κι εσύ θα είσαι στην πλατεία κάτω απ'τον πλάτανο - χίλια κομμάτια πεσμένα στο τσιμέντο...

     Θα σε δω στο ημίφως... Θα είμαι μούσκεμα από τη βροχή κι όλα θα μοιάζουν βγαλμένα από ταινία...

     Θα σε ακουμπήσω στον ώμο... Κι ύστερα θα σε πάρω αγκαλιά... Και θα αφεθείς... Πλήρως...! Το σώμα μου και το σώμα σου ένα...!!!

     Και μέσα σε ένα βράδυ θα *μου μιλήσεις για τη ζωή σου - ατέλειωτο κακό*... Δίχως λέξεις...

      Μέσα σε μια νύχτα θα τα γκρεμίσουμε όλα και θα αρχίσουμε να φτιάχνουμε μια καινούρια ζωή...

     Και κοντά στο ξημέρωμα θα μπει ο καθένας στο σωστό του ρόλο... Εγώ θα γίνω εσύ...

     Θα ξυπνήσω μέσα στα κλάματα και δίχως ανάσα... Πάλι... ΠΑΛΙ!!! Κι όπως θα στρέψω το βλέμμα μου θα σε δω! Και θα 'ναι απίστευτο γιατί δεν θα έπρεπε να είσαι εδώ... Πριν πέσω για ύπνο τους έκλεισα όλους έξω από το σπίτι... Εδώ και καιρό τους έχω κλείσει όλους έξω... Είμαι σίγουρη!

     Και τότε θα καταλάβω πως... Το όνειρο, το γεννά η ανάγκη... Κι η ανάγκη μου γεννά την παρουσία σου... Γιατί στο όνειρο δεν κάνουν κουμάντο οι άμυνες... Εκεί αφήνεσαι με τη σιγουριά πως όταν ξυπνήσεις δεν θα υπάρχει κανένας μάρτυρας για να πει τι έχει γίνει...

     Κι όταν ξυπνήσεις μπορείς ακόμα να το παίζεις ήρωας... Μπορείς ακόμη να είσαι αυτός που πάντα βοηθά και που δεν έχει ανάγκη κανέναν...! Αυτό δεν θες? Να 'σαι εσύ ο δυνατός σε αυτό το παραμύθι!

     Μα μέσα σου ξέρεις την αλήθεια...!

     Ηρεμώ... Τώρα που αποδέχομαι το γεγονός της ανάγκης μου, μπορώ να χαρώ το ότι είσαι εδώ... Χαμογελάς... Με αυτό το τεράστιο χαμόγελό σου, που κάνει να φαίνεται μέχρι και το στραβό σου το δοντάκι... Και ξημερώνει... Άνοιξη...! Με αυτό το παιδικό σου γέλιο... Να μου θυμίζει... Πως... Σσσσσςςςςςς... **



*Η φράση από το ποίημα "Ήρθα μια μέρα", της Μαρίας Πολυδούρη από τη συλλογή "Οι τρίλλιες που σβήνουν"

**Το κείμενο γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του ραδιοφωνικού Καλειδοσκοπίου που έπαιξε στον αέρα του www.street-radio.gr την Τετάρτη 11/1/2012, με την αφορμή των δυο τραγουδιών (Θρυψαλάκι και Τσιγάρα Βαριά) και την ανάγκη που γέννησε ένα τρίτο τραγούδι που δεν έχει γραφτεί ακόμη... Μάλλον!