Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Η μοναξιά των δύο...






Αξημέρωτα, επιστροφή στο σπίτι.

Πάνε ώρες που σχόλασα μα δεν ήθελα να γυρίσω εδώ... Χρειαζόμουν μια μεγάλη βόλτα για να αποδεχτώ το τέλος μας.


Στο σαλόνι χαμηλός φωτισμός και μουσική... Μισοκαμμένα κερια, το μπουκάλι με το κρασί άδειο, χαρτιά τσαλακωμένα και πεταμένα στο πάτωμα... Αναμνηστικά του χθες...


Οι βαλίτσες φτιαγμένες και αφημένες δίπλα στον καναπέ... Αξεσουάρ του αύριο.


Γύρισα μα είμαι ακόμα έξω... Στη βόλτα μου.


Σε μια βόλτα σαν κι αυτή γνωριστήκαμε... Κάτω από την Ακρόπολη... Θυμάσαι?


Σε μια εποχή που δεν ήμουν για πολλά... Είχα συνηθίσει τη μοναξιά μου και την είχα αγαπήσει... Συγκατοικούσα μαζί της για καιρό, είχα μάθει τα χούγια της κι εκείνη τα δικά μου και περνούσαμε καλά.


Κι έπεσα πάνω σου...


Κι είχες μια αύρα αλλιώτικη... Είχες... Πάθος! 

Κι εγώ είχα μια επιθυμία αμίλητη, που ξαφνικά άκουσε τη φωνή της και της άρεσε τόσο, που μου πήρε τα αυτιά!

Κι εκεί που παρατηρούσα τους περαστικούς, άρχισα να βλέπω παντού, εσένα.

Τα ανέμελα μαλλιά σου που σχημάτιζαν ατίθασες μπούκλες και σου έσπαγαν τα νεύρα...
Τις φακίδες στα μάγουλά σου...
Τα λακάκια που σχηματίζονταν όταν γελούσες...  
Τα χέρια σου...
Χριστέ μου, πόσο τα λάτρεψα τα χέρια σου!
Γιατί με κράταγαν...
Με άγγιζαν...
Με αγκάλιαζαν...         

Αν μπορούσα να διαλέξω Θεό, εγώ θα πίστευα στα χέρια σου!


Θυμάσαι που κάποια στιγμή στο είπα και μου κρατούσες μούτρα όλη μέρα?


-Πως είναι δυνατόν να αγαπάς ένα ζευγάρι χέρια?, με ρώτησες...


Δεν σου απάντησα...


Μόνο ακούμπησα τις παλάμες μου στο πρόσωπό σου... Έκλεισα με τα δάχτυλά μου τα μάτια σου κι ύστερα αγκάλιασα με τις χούφτες μου τα χέρια σου και τα φίλησα... Λίγο πριν ανοίξεις τα μάτια σου, σε έβαλα να αγγίξεις την καρδιά μου... Και δεν με ξαναρώτησες ποτέ!


Δυσκολευτήκαμε πολύ στην αρχή μέχρι να συνηθίσουμε τις διαφορές μας και να γεφυρώσουμε κάποιες από αυτές.Ήμασταν τόσο παράταιροι!


Εγώ μιλούσα πάντα λίγο κι ήθελα το χρόνο μου...

Εσύ έλεγες κάθε σου σκέψη φωναχτά και τα ήθελες όλα-τώρα!
Με τον καιρό έγινα πιο εκφραστική.
Κι εσύ σταμάτησες να τρέχεις τόσο.
Κι ήταν σαν παιχνίδι!

Δεν εκβιάσαμε ποτέ τις αλλαγές.

Ότι άλλαζε προέκυπτε από εσωτερική ανάγκη και επιθυμία κι όχι από το φόβο μη χάσει ο ένας τον άλλο. Ζούσαμε μαζί, αλλά ήμασταν ελεύθεροι. 
Μια προσωπικότητα με τρεις φωνές...
Τη δική σου... Τη δική μου... Τη δική μας...
Με όλα τα λάθη της και με όλα τα καλά της.

Και περνούσαμε ωραία. Ξαπλώναμε το βράδυ μαζί και φώλιαζα στα χέρια σου... 

Και κοιμόμουν αφημένη στη μοναδική τους ασφάλεια.

Δεν ξέρω πότε ακριβώς και γιατί χάσαμε το παιχνίδι.

Θυμάμαι πως κάποιο βράδυ δε γύρισες σπίτι γιατί είχες πολλή δουλειά.
Κι ύστερα ήρθαν κάτι άλλα βράδια που σε πήρε ο ύπνος στον καναπέ γιατί 
"ήμουν πάρα πολύ κουρασμένος μάτια μου κι ούτε που το κατάλαβα".

Κι εγώ -όσο κουρασμένη κι αν ήμουν- στριφογυρνούσα στο άδειο κρεβάτι κι ούτε που έκλεινα μάτι... Γιατί το σώμα μου καταλάβαινε την απουσία σου κάθε βράδυ που έλειπες...

 
Και σιγά-σιγά άρχισε η ψυχή μου να καταλαβαίνει την απουσία σου κάθε που ήσουν εδώ...

Χθες το πρωί σε παρακάλεσα να μην πας πουθενά. 

Ήθελα να μιλήσουμε και να βρούμε μια λύση.

Κι εσύ, ακούμπησες τις παλάμες σου στο πρόσωπό μου...Έκλεισες με τα δάχτυλά σου τα μάτια μου κι ύστερα αγκάλιασες με τις χούφτες σου τα χέρια μου και τα φίλησες... Λίγο πριν ανοίξω τα μάτια μου, με έβαλες να αγγίξω την καρδιά σου... Και σταμάτησα να ψάχνω λύσεις...


Μπαίνω στην κρεβατοκάμαρα... Κάποτε αυτό ήταν το αγαπημένο μου δωμάτιο... Σαν καταφύγιο στο δάσος σε ώρα καταιγίδας... 


Σε βλέπω να κοιμάσαι κι έχω στο πρόσωπό μου τις σταγόνες της βροχής και κάτι άλλες στάλες, αλμυρές που πέφτουν ακατάπαυστα από τα μάτια μου...


Ξαπλώνω δίπλα σου κι ενώ ξέρω πως είναι η τελευταία φορά, έχω ακόμα μια ελπίδα πως κάτι θα αλλάξει... Κάνω να σε αγκαλιάσω και γυρνάς την πλάτη... Και διαλύεται κι αυτή...


Απόψε, το τέλος, δηλώνεται ηρωικά με όλους τους τρόπους...


Με μια αναδρομή...


Με βαλίτσες φτιαγμένες...


Με πλάτες γυρισμένες...


Με χέρια ξερά...


Κουβέρτα και στο σαλόνι... 


Τελευταία πράξη... 


Καναπές, μουσική, στίχοι, εγώ, εσύ κι ένα τραγούδι... Αυλαία... Τέλος! 



* Το τραγούδι "Η Μοναξιά των δύο" πρωτοπαρουσιάστηκε στο event "Tell me a new song" του Μικρού Πολυτεχνείου, στη μουσική σκηνή "Αυλαία", την 1/6/2010, σε στίχους της Τάμμυς Τσέκου, μουσική του Απόστολου Ρίζου και ερμηνεία της Μαρίας Παπαγεωργίου και παραμένει αδισκογράφητο... Ακόμα κι έτσι όμως, αποτελεί διαμάντι αλήθειας και πηγή έμπνευσης...
 
**Το βίντεο τραβήχτηκε από τον "ψηλό" (Χρήστο Καλογριανίτη), κατά τη διάρκεια των παραστάσεων του Απόστολου Ρίζου "Καρέ της Ντάμας", στο plus του Σταυρού του Νότου, με καλεσμένη τη Μαρία Παπαγεωργίου την Πέμπτη 29/11/2012.